Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

Αναρχική ανάγνωση του τοπίου


Η περίπτωση των Reclus και Kropotkin.

Τα προτάγματα της αναρχικής θεώρησης αναφορικά με την φύση, τον άνθρωπο, τον κρατικό θεσμό, την ελεύθερη βούληση, τις πολιτικές ελευθερίες, την κοινωνική ιστορία και την πάλη των τάξεων, καθορίζουν το πλαίσιο όσο και το περιεχόμενο της αναρχικής γεωγραφίας. Η επαναστατική παράδοση της Γαλλίας και της Ρωσίας, όσο και η επαναστατική ορμή των κινημάτων αμφισβήτησης του 19ου αιώνα, καθορίζουν το κοινωνιολογικό πλαίσιο αναφορικά με την εκδήλωση και τον γεωγραφικό εντοπισμό της. Τα πεδία που εκδηλώθηκε εκκινούν από την φυσική, την αστική, την οικονομική και βιομηχανική έως και την και την κοινωνική γεωγραφία, ενώ καθοριστικοί λόγοι για την διαφοροποίηση από την κλασσική και περιφερειακή γεωγραφία, είναι η εγγενής αντίθεση στην εθνική ιδεολογία και τον κρατικό θεσμό, στον ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία, όσο και στον πολιτικό φιλελευθερισμό και τον καπιταλισμό.
Οι ιδέες των αναρχικών γεωγράφων αναφορικά με το αστικό και βιομηχανικό τοπίο, την βιομηχανική και αγροτική παραγωγή και την παγκόσμια οικονομία αλλά και την κοινωνική κατασκευή του χώρου εν γένει, επέδρασαν σε πολεοδόμους, αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες και ριζοσπαστικούς γεωγράφους.

Αντίθετα από την υπόρρητη εθνική ιδεολογία που σε διαφορετικό βαθμό ενυπάρχει στην κλασσική και Περιφερειακή γεωγραφία, η Αναρχική, απέχει από κάθε έννοια νομιμοποίησης του εθνικισμού. Αντίθετα, οι αναρχικοί γεωγράφοι υποστηρίζουν προγραμματικά την ελεύθερη βούληση και εναντιώνονται σε κάθε μορφή ντετερμινισμού και ποσιμπιλισμού. Έτσι, ο Ρεκλύ, όπως και ο Κροπότκιν, θα επισημάνει την τεχνητή φύση των συνόρων, ως μέσα επιτήρησης που δεν ανταποκρίνονται σε καμία χωρική ιδιότητα και που δημιουργούνται με τη βία από τις εξουσιαστικές ομάδες συμφερόντων. Αντίθετα, φυσικό δικαίωμα επί του εδάφους εγείρεται μόνο μέσω της εργασίας σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο, έτσι ώστε να είναι δυνατή μια πλανητική ομοσπονδία χωρίς σύνορα και διαιρέσεις.
Η απροϋπόθετη σύλληψη του χώρου, σε αντίθεση με τους περιορισμούς που θέτει η εθνική ιδεολογία και ο κρατισμός, επιτρέπει στην αναρχική γεωγραφία να διαφοροποιηθεί έναντι της κλασσικής και Περιφερειακής, εν σχέση με την αποκέντρωση. Οι αναρχικοί γεωγράφοι αντιλαμβάνονται την φύση και τον χώρο σε συνάρτηση με την ελεύθερη βούληση. Ναι μεν υφίσταταιι μια διαλεκτική σχέση πολιτισμού και φύσης. Εντούτοις, δεν υπακούει σε κάποια αναγκαιότητα, αλλά συνιστά μια παραλληλία. Η αρμονία που διέπει τις μορφές που παίρνει η γη, συνηγορεί σε μια αντίστοιχη αρμονία που διέπει την κίνηση των ανθρώπων αναφορικά με την χωρική διαμόρφωση των δραστηριοτήτων τους. Έτσι, η αποκέντρωση σε σχέση με την αλληλεξάρτηση, καθίσταται κεντρική έννοια εν σχέση με την πολεοδομική, βιομηχανική και οικονομική εν γένει δραστηριότητα.

Η εξέλιξη των κοινωνιών μέσα σε διαφορετικά περιβάλλοντα δηλώνει την ισοτιμία των ανθρώπων και δεν νομιμοποιεί την όποια ιεραρχική κατασκευή. Γεωγραφία και ιστορία συνιστούν ταυτόσημες διαδικασίες στον χώρο και το χρόνο, έτσι ώστε, η ιστορικά και γεωγραφικά συντελεσμένη άνιση ανάπτυξη να οφείλεται στις ταξικές συγκρούσεις, στην απολεσθείσα ισορροπία των κοινωνιών και στην καταστολή της ελεύθερης βούλησης των ατόμων. Κατ’ αυτό τον τρόπο οι αναρχικοί γεωγράφοι εγκαθιδρύουν την κοινωνική γεωγραφία και διερευνούν τους νόμους που διέπουν την ανθρώπινη δραστηριότητα στον χώρο. H χωρική διάσταση της ανθρώπινης δραστηριότητας, είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ενός πλήθους παραγόντων: της βιομηχανίας, του κράτους, του πολιτισμού, της ιδιοκτησίας, των χρήσεων γης και του εμπορίου, της επιστήμης, της θρησκείας και της εκπαίδευσης. Η αναρχική κοινωνική γεωγραφία εντάσσει την κοινωνιολογία και την ιστορία στη μελέτη της χωρικής διάστασης των κοινωνιών, θεωρώντας την παραγωγή του χώρου και της πραγματικότητας ως ένα αμιγώς κοινωνικό φαινόμενο, επισημαίνοντας την ιδιαίτερη σημασία της βιομηχανικής επανάστασης. Η κριτική στάση έναντι του ιμπεριαλισμού, σε συνάρτηση με τον κρατισμό και τον καπιταλισμό, βοηθά στο συσχετισμό κοινωνικών φαινομένων που διαμορφώνουν δυναμικά την ανθρωπογεωγραφία και ταυτόχρονα διαβλέψουν τις μελλοντικές εξελίξεις.
Η αναρχική θεώρηση εντούτοις παρέχει στους αναρχικούς γεωγράφους την δυνατότητα να ερευνούν τις εμπράγματες ουτοπίες του παρελθόντος σε σχέση με το ιδεολογικά κατασκευασμένο παρών και ταυτόχρονα να διαβλέπουν το μέλλον. Έτσι, η αστική κυριαρχία, στα πλαίσια μιας πολιτικής γεωγραφίας έχει διαμορφώσει τον χώρο στη βάση της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης. Οι αναρχικοί γεωγράφοι ασκούν κριτική στην συγκεντροποίηση της πόλης, της βιομηχανίας και της παραγωγής, ενώ διαβλέπουν την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας δεδομένης της μη εθνικής και άρα χωρικής διάστασης της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης και κίνησης. Η κριτική του Κροπότκιν έναντι του ιμπεριαλιστικού οικονομικού συστήματος, εκκινεί από τη θέση, ότι η βιομηχανική ανάπτυξη και η συσσώρευση, προήλθε από την καταλήστευση των αποικιών με την μεταφορά φυσικών πόρων και πρώτων υλών, με γνώμονα το κέρδος των κεφαλαιοκρατών. Η βιομηχανική επέκταση με την μορφή της συγκεντροποίησης εξυπηρέτησε την ανάγκη για έλεγχο της αγοράς . Εντούτοις, η διαφαινόμενη ανάπτυξη των μεταφορών και δικτύων, η βιομηχανοποίηση των αναδυόμενων χωρών και η τεχνολογική πρόοδος στο τομέα της ενέργειας, αχρηστεύουν την γεωγραφική κατανομή της βιομηχανίας . Παράλληλα, η εντατικοποίηση της γεωργίας μέσω της χημείας, η πρόσδεσή της με τη μικρή ευέλικτη μηχανοποιημένη βιοτεχνία και την επιμερισμένη βιομηχανία, όσο και ο αυξημένος ρόλος της ανθρώπινης εφευρετικότητες και προσαρμοστικότητας σε συνάρτηση με τις πολιτικές ελευθερίες, θα επιτρέψει την αναβάθμιση του αστικού τοπίου με την μορφή των «κηπουπόλεων». Ο Κροπότκιν διαβλέπει την αποκέντρωση της βιομηχανίας σε συνάρτηση με την οικονομική παγκοσμιοποίηση, την κρίση του ιμπεριαλισμού και τον σχηματισμό ενός πολύ-πολικού κόσμου, το αδιέξοδο της διαρκούς συσσώρευσης και ανάπτυξης, όσο και την περιβαλλοντική οικολογική κρίση.
Τόσο η ανθρωπογεωγραφία του Ρεκλύ με την έμφαση στην αρμονία και συνδημιουργία ανθρώπου και φύσης, όσο και η ανάλυση του Κροπότκιν για το ιμπεριαλιστικό βιομηχανικό σύστημα και την κατασκευή του χώρου, άσκησαν έντονες επιδράσεις όχι μόνο σε κινήματα που απέβλεπαν στην επαναστατική μεταμόρφωση του ανθρωποχώρου. Η κηπούπολη του E. Howard, οι πολεοδομικές καινοτομίες του P.Geddes, οι μελέτες στην αστική αρχιτεκτονική του L. Mumford και η σύγχρονη διάχυση της πληροφορίας μέσω του ανοικτού κώδικα, αποτελούν τις άμεσες επιδράσεις της σκέψης των αναρχικών γεωγράφων. Παράλληλα, από την δεκαετία του 1970 και μέσω του περιοδικού Antipode, η αναρχική γεωγραφία επανέρχεται στο προσκήνιο ασκώντας καθοριστική επίδραση στην κριτική γεωγραφία και στην γεωγραφική αναθεώρηση της Μαρξιστικής παράδοσης, όσο και στην κοινωνική οικολογία και την οικο-γεωγραφία.

Γρηγ. Σουλτάνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου